- παγκολίνος
- -οζωολ. κοινή ονομασία τού μοναδικού γένους φολιδωτών θηλαστικών μάνης, τής οικογένειας μανίδες, που μοιάζουν με ερπετά.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
ινδικός παγκολίνος — Πλακουντοφόρο θηλαστικό της οικογένειας των μανιδών. Ζει στην Αφρική και στην Ασία. Το σώμα του καλύπτεται από κεράτινα λέπια και, μαζί με την ουρά, φτάνει σε μήκος τα 1,3 μ. Το κεφάλι του είναι κανονικό, δεν έχει δόντια, ενώ τα νύχια του είναι… … Dictionary of Greek
μανίδες — (manides). Οικογένεια θηλαστικών της τάξης των φολιδωτών, η οποία περιλαμβάνει ένα μόνο γένος (Manis), στο οποίο υπάγονται επτά είδη, γνωστά με την κοινή ονομασία παγκολίνοι. Βλ. λ. παγκολίνος … Dictionary of Greek